Ηφαιστειακή έκρηξη στο νησί Κρακατόα το 1883
Το μικρό ηφαιστειακό νησί Κρακατόα (Krakatoa, στα ινδονησιακά: Krakatau), βρίσκεται μεταξύ της Ιάβας και της Σουμάτρας στην Ινδονησία.Κάποτε το νησί ήταν μεγαλύτερο, αλλά τη νύχτα της 26ης Αυγούστου του 1883 ανατινάχτηκε καθώς το νησί ήταν η κορυφή ενός ηφαιστείου. Η ανατίναξη προήλθε από μία έκρηξη τόσο βίαιη, που μεγάλο μέρος της κορυφής τινάχτηκε ψηλά στον αέρα.
Από το 1877 το ηφαίστειο αυτό, έπειτα από μία περίοδο ησυχίας 200 ετών, άρχισε θορυβώδεις προειδοποιήσεις. Κανείς όμως δε φαντάστηκε ότι η έκρηξη αυτή θα ήταν μία από τις βιαιότερες των νεότερων χρόνων. Όταν, ύστερα από 36 ώρες, έπαψαν οι εκρήξεις, το μισό νησί είχε εξαφανιστεί.
Οι κρότοι των εκρήξεων ακούστηκαν σε απόσταση 5.000 χιλιομέτρων. Ηφαιστειακή σποδός είχε εκτιναχθεί σε ύψος 30.000 μέτρων κι ήταν τόσο πολλή, που ακόμα και το μεσημέρι μία περιοχή εκατοντάδων χιλιομέτρων γύρω από το νησί ήταν σκοτεινή σαν να ήταν νύχτα. Πολλές μέρες μετά τις εκρήξεις, έπεφταν ηφαιστειακά αναβλήματα στα καταστρώματα των πλοίων που έπλεαν ανοιχτά του νησιού.
Η πιο αδρή τέφρα κατακάθισε γρήγορα, αλλά η πιο λεπτή ταξίδεψε με τα σύννεφα γύρω στη Γη και έκανε για αρκετό καιρό τις δύσεις του Ήλιου πιο κόκκινες από τις συνηθισμένες, ώσπου κατακάθισε κι αυτή.
Τις μεγαλύτερες όμως καταστροφές επέφεραν όχι οι ίδιες οι εκρήξεις, αλλά τα τεράστια τσουνάμι, που οι εκρήξεις αυτές προκάλεσαν στον ωκεανό. Ολόκληρα τείχη νερού ύψους 15 μέτρων επέπεσαν πάνω στις γύρω ακτές. Τριακόσια χωριά καταστράφηκαν τελείως και 36.417 άτομα πνίγηκαν από τα μεγάλα κύματα.
Ο αντίκτυπος της έκρηξης που σκόρπισε 25 κυβικά χιλιόμετρα λειωμένων βράχων, στάχτης καθώς και αερολύματα θειικού άλατος στην ατμόσφαιρα έγινε αισθητός για δεκαετίες — πολύ περισσότερο από όσο προηγουμένως νομίζαμε. Η ίδια δε έκρηξη σκότωσε 36.000 ανθρώπους ενώ παρήγαγε τον ισχυρότερο ήχο που έχει καταγραφεί ποτέ στον πλανήτη.
Έκρηξη στη Τουνγκούσκα το 1908
Η Έκρηξη της Τουνγκούσκα ή «Συμβάν της Τουνγκούσκα» ήταν μια πολύ μεγάλη φυσικής προελεύσεως έκρηξη που συνέβη πάνω από μία ακατοίκητη περιοχή κοντά στον ποταμό Τουνγκούσκα, παραπόταμο του ποταμού Γενισέι της Σιβηρίας, στο σημερινό Κράι του Κρασνογιάρσκ της Ρωσίας, στις 7:14 π.μ. περίπου τοπική ώρα (3:14 θερινή ώρα Ελλάδας), στις 30 Ιουνίου 1908 (17 Ιουνίου με το παλαιό – Ιουλιανό – ημερολόγιο, που ήταν τότε ακόμα σε χρήση στη Ρωσία και στην Ελλάδα)
Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του υποκέντρου της εκρήξεως είναι κατά προσέγγιση πλάτος 60°53΄09΄΄ βόρειο και μήκος 101°53΄40΄΄ ανατολικό.
Κάτι φλογερό και πιο φωτεινό από τον ήλιο είχε φανεί να έρχεται από τον νότιο ορίζοντα, με κατεύθυνση τον Βορρά .Στο σημείο της έκρηξης υψώθηκε μανιτάρι ύψους 80 χιλιόμετρων που έγινε ορατό σε απόσταση 500 χιλιόμετρων, ο ήχος της έκρηξης έκανε τον γύρο της Γης 2 φορές , μετρημένο με τους βαρόγραφους του Λονδίνου ,αλλά αντίθετα το σεισμικό κύμα ήταν ασήμαντο. Φωτεινά σύννεφα πράσινου και κίτρινου χρώματος έφτασαν σε όλη την Ευρώπη .Οι νύχτες γίνανε τόσο φωτεινές που στο Λονδίνο διάβαζαν εφημερίδα την νύχτα . Μέχρι το 1921 δεν έγινε προσπάθεια προσέγγισης της περιοχής, όμως τον χειμώνα του 1927 ο Λεονιτ Κουλικ του Ρωσικού μετεωρολογικού ινστιτούτου ,αντίκρισε την απίστευτη καταστροφή στην περιοχή “πήγες Ποντκαμενναγια Τουνκουσκα”.
Μία περιοχή τεράστιας έκτασης ήταν κατεστραμμένη, γιγάντια δέντρα ξεριζωμένα και πεταμένα στο έδαφος ,όλα στην σειρά όλα στραμμένα βορειοδυτικά έως εκεί που έφτανε το μάτι , αλλά λόγο του βαρύ χειμώνα ο Κουλικ δεν προχώρησε στο κέντρο της καταστροφής . Στην αποστολή του 1928 ο Κουλικ μπόρεσε και έφτασε μέχρι το κέντρο την καταστροφής, ήταν σίγουρος ότι ήταν μετεωρίτης. Σε ένα κύκλο 70 μιλιών τα δέντρα ήταν κατεστραμμένα και καμένα χωρίς φύλλα ,το περίεργο ήταν ότι στο κέντρο της έκρηξης τα δέντρα ήταν όρθια ,σπασμένα από την μέση και πάνω ,γυμνά αλλά όρθια και δεν υπήρχε δείγμα κρατήρα, ούτε θραύσμα του μετεωρίτη .
Η πιθανότερη αιτία για την έκρηξη ήταν η εκρηκτική διάλυση στη γήινη ατμόσφαιρα ένος μεγάλου μετεωροειδούς, ή μικρού αστεροειδούς ή και θραύσματος κομήτη, η οποία πρέπει να έλαβε χώρα σε ύψος από 5 ως 10 χιλιόμετρα πάνω από την επιφάνεια της Γης. Υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις για τις διαστάσεις του ουράνιου αυτού σώματος, γενικά πάντως συμφωνούν ότι είχε διαστάσεις μερικών δεκάδων μέτρων.
Παρότι το μετέωρο ή ο κομήτης εξερράγη στον αέρα αντί να προσκρούσει στην επιφάνεια της Γης, η ενέργεια που απελευθερώθηκε ήταν τόσο μεγάλη (από 5 ως 30 μεγατόνοι TNT ή το χιλιαπλάσιο της ατομικής βόμβας της Χιροσίμα), ώστε θέρισε περίπου 80 εκατομμύρια δέντρα σε μια έκταση πάνω από 2,15 εκατομμύρια στρέμματα. Μια έκρηξη αυτού του μεγέθους θα μπορούσε να καταστρέψει μια μεγάλη πόλη. Η έκρηξη ήταν ισοδύναμη με πυρηνική βόμβα ισχύος 20 μεγατόνων και είχε ως αποτέλεσμα την ισοπέδωση μιας περιοχής περίπου 2.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Η Έκρηξη της Τουνγκούσκα θεωρείται η μεγαλύτερη χερσαία πτώση μετεώρου ή αστεροειδή στη Γη στην καταγεγραμμένη Ιστορία. Πτώσεις παρόμοιου μεγέθους σε απομακρυσμένες περιοχές των ωκεανών δεν θα είχαν γίνει αντιληπτές πριν τη γενικευμένη τηλεπισκόπηση του πλανήτη από τεχνητούς δορυφόρους, την δεκαετία του 1970.
Για τη μυστηριώδη έκρηξη στη απομακρυσμένη γωνιά της Σιβηρίας υπάρχουν και διάφορες άλλες εξηγήσεις. Κάποιοι υποστήριξαν τη πρόσκαιρη εμφάνιση αντι- ύλης στην περιοχή η οποία προκάλεσε τη τεράστια αυτή έκρηξη, αλλά η θεωρία είναι αβάσιμη καθώς δεν εξηγεί τη φωτεινή στήλη καπνού που είδαν οι ντόπιοι να πέφτει από τον ουρανό. Οι θιασώτες της θεωρίας UFO από την πλευρά τους υποστήριξαν ότι επρόκειτο για κάποια πτώση ενός ιπτάμενου διαστημοπλοίου, στηριζόμενοι στο ότι αν η έκρηξη οφειλόταν σε κάποιον αστεροειδή θα είχε αφήσει έναν αντίστοιχο κρατήρα στην περιοχή.
Το μυστήριο για την παγωμένη Τουγκούσκα παραμένει και ίσως το ερώτημα δεν είναι στο τι προκάλεσε αυτή τη τεράστια καταστροφή, αλλά το αν την επόμενη φορά ο πλανήτης και κατ επέκταση η ανθρωπότητα θα είναι τόσο τυχεροί, ώστε το αντικείμενο που κατέπεσε (ότι και αν ήταν αυτό) θα ξανά πέσει σε μία τόσο ερημική περιοχή….
Χιλή 1960- ο μεγαλύτερος σεισμός στην ιστορία του πλανήτη
Ο μεγάλος σεισμός της Χιλής (ισπανικά: Gran terremoto de Chile) συνέβη στις 22 Μαΐου του 1960 και είναι ο ισχυρότερος σεισμός που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα, με μέγεθος 9,5 στην κλίμακα μεγέθους ροπής. Ο σεισμός έγινε τις απογευματινές ώρες (19:11 GMT, 14:11 τοπική ώρα) και το τσουνάμι που προκάλεσε έγινε αισθητό στην νότια Χιλή, τη Χαβάη, την Ιαπωνία, τις Φιλιππίνες, την ανατολική Νέα Ζηλανδία, τη νοτιοανατολική Αυστραλία, καθώς και στα Αλεούτια νησιά της Αλάσκα.
Το επίκεντρο του σεισμού καταγράφηκε κοντά στην περιοχή Κανιέτε, 900 χιλιόμετρα νότια από το Σαντιάγο. Αν η μεγαλύτερη εγγύτερη πόλη ήταν το Τεμούκο, η πόλη με τις μεγαλύτερες καταστροφές ήταν η Βαλδίβια. Ο σεισμός προκάλεσε τοπικά τσουνάμι που επεκτάθηκαν κατά μήκος της χιλιανής ακτογραμμής με ύψος κυμάτων ως και 25 μέτρα. Το κύριο τσουνάμι ταξίδεψε στον Ειρηνικό ωκεανό και έπληξε το Χίλο στη Χαβάη, ενώ σε απόσταση 10.000 χλμ. από το επίκεντρο καταγράφηκαν κύματα με ύψος 10,7 μέτρα.
Ο συνολικός απολογισμός σε ανθρώπινες απώλειες και οικονομική καταστροφή δεν είναι ακριβής. Έχουν δημοσιευτεί διάφορες εκτιμήσεις για τον αριθμό των νεκρών από τον σεισμό και τα τσουνάμι ενώ το USGS αναφέρει μελέτες με αριθμούς νεκρών από 2.231, 3.000, ή 5.700 άτομα.[2] Ενώ μια άλλη πηγή αναφέρει εκτίμηση για 6.000 νεκρούς.
Ο σεισμός επηρέασε όλη τη Χιλή μεταξύ της Τάλκα και του νησιού Τσιλοέ, έκταση μεγαλύτερη από 400.000 τετρ.χλμ. Παράκτια χωριά, όπως το Τολτέν, εξαφανίστηκαν. Μετέπειτα μελέτες υποστήριξαν ότι ο σεισμός είχε στην πραγματικότητα 37 επίκεντρα κατά μήκος μίας γραμμής 1.350 χλμ. μήκους μεταξύ βορρά και νότου και διήρκησε από τις 22 Μαΐου ως και τις 6 Ιουνίου. Στην περιοχή Κοράλ, το βασικό λιμάνι της Βαλδίβια, η στάθμη των υδάτων ανέβηκε κατά 4 μέτρα πριν αρχίσει να κατέρχεται, ενώ στις 16:20 της ημέρας του σεισμού η ακτογραμμή μεταξύ της Κονσεπτιον και της Τσιλοέ χτυπήθηκε από ένα κύμα ύψους 8 μέτρων. Δέκα λεπτά αργότερα καταγράφηκε κύμα ύψους 10 μέτρων.
Το μικρό ηφαιστειακό νησί Κρακατόα (Krakatoa, στα ινδονησιακά: Krakatau), βρίσκεται μεταξύ της Ιάβας και της Σουμάτρας στην Ινδονησία.Κάποτε το νησί ήταν μεγαλύτερο, αλλά τη νύχτα της 26ης Αυγούστου του 1883 ανατινάχτηκε καθώς το νησί ήταν η κορυφή ενός ηφαιστείου. Η ανατίναξη προήλθε από μία έκρηξη τόσο βίαιη, που μεγάλο μέρος της κορυφής τινάχτηκε ψηλά στον αέρα.
Από το 1877 το ηφαίστειο αυτό, έπειτα από μία περίοδο ησυχίας 200 ετών, άρχισε θορυβώδεις προειδοποιήσεις. Κανείς όμως δε φαντάστηκε ότι η έκρηξη αυτή θα ήταν μία από τις βιαιότερες των νεότερων χρόνων. Όταν, ύστερα από 36 ώρες, έπαψαν οι εκρήξεις, το μισό νησί είχε εξαφανιστεί.
Οι κρότοι των εκρήξεων ακούστηκαν σε απόσταση 5.000 χιλιομέτρων. Ηφαιστειακή σποδός είχε εκτιναχθεί σε ύψος 30.000 μέτρων κι ήταν τόσο πολλή, που ακόμα και το μεσημέρι μία περιοχή εκατοντάδων χιλιομέτρων γύρω από το νησί ήταν σκοτεινή σαν να ήταν νύχτα. Πολλές μέρες μετά τις εκρήξεις, έπεφταν ηφαιστειακά αναβλήματα στα καταστρώματα των πλοίων που έπλεαν ανοιχτά του νησιού.
Η πιο αδρή τέφρα κατακάθισε γρήγορα, αλλά η πιο λεπτή ταξίδεψε με τα σύννεφα γύρω στη Γη και έκανε για αρκετό καιρό τις δύσεις του Ήλιου πιο κόκκινες από τις συνηθισμένες, ώσπου κατακάθισε κι αυτή.
Τις μεγαλύτερες όμως καταστροφές επέφεραν όχι οι ίδιες οι εκρήξεις, αλλά τα τεράστια τσουνάμι, που οι εκρήξεις αυτές προκάλεσαν στον ωκεανό. Ολόκληρα τείχη νερού ύψους 15 μέτρων επέπεσαν πάνω στις γύρω ακτές. Τριακόσια χωριά καταστράφηκαν τελείως και 36.417 άτομα πνίγηκαν από τα μεγάλα κύματα.
Ο αντίκτυπος της έκρηξης που σκόρπισε 25 κυβικά χιλιόμετρα λειωμένων βράχων, στάχτης καθώς και αερολύματα θειικού άλατος στην ατμόσφαιρα έγινε αισθητός για δεκαετίες — πολύ περισσότερο από όσο προηγουμένως νομίζαμε. Η ίδια δε έκρηξη σκότωσε 36.000 ανθρώπους ενώ παρήγαγε τον ισχυρότερο ήχο που έχει καταγραφεί ποτέ στον πλανήτη.
Έκρηξη στη Τουνγκούσκα το 1908
Η Έκρηξη της Τουνγκούσκα ή «Συμβάν της Τουνγκούσκα» ήταν μια πολύ μεγάλη φυσικής προελεύσεως έκρηξη που συνέβη πάνω από μία ακατοίκητη περιοχή κοντά στον ποταμό Τουνγκούσκα, παραπόταμο του ποταμού Γενισέι της Σιβηρίας, στο σημερινό Κράι του Κρασνογιάρσκ της Ρωσίας, στις 7:14 π.μ. περίπου τοπική ώρα (3:14 θερινή ώρα Ελλάδας), στις 30 Ιουνίου 1908 (17 Ιουνίου με το παλαιό – Ιουλιανό – ημερολόγιο, που ήταν τότε ακόμα σε χρήση στη Ρωσία και στην Ελλάδα)
Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του υποκέντρου της εκρήξεως είναι κατά προσέγγιση πλάτος 60°53΄09΄΄ βόρειο και μήκος 101°53΄40΄΄ ανατολικό.
Κάτι φλογερό και πιο φωτεινό από τον ήλιο είχε φανεί να έρχεται από τον νότιο ορίζοντα, με κατεύθυνση τον Βορρά .Στο σημείο της έκρηξης υψώθηκε μανιτάρι ύψους 80 χιλιόμετρων που έγινε ορατό σε απόσταση 500 χιλιόμετρων, ο ήχος της έκρηξης έκανε τον γύρο της Γης 2 φορές , μετρημένο με τους βαρόγραφους του Λονδίνου ,αλλά αντίθετα το σεισμικό κύμα ήταν ασήμαντο. Φωτεινά σύννεφα πράσινου και κίτρινου χρώματος έφτασαν σε όλη την Ευρώπη .Οι νύχτες γίνανε τόσο φωτεινές που στο Λονδίνο διάβαζαν εφημερίδα την νύχτα . Μέχρι το 1921 δεν έγινε προσπάθεια προσέγγισης της περιοχής, όμως τον χειμώνα του 1927 ο Λεονιτ Κουλικ του Ρωσικού μετεωρολογικού ινστιτούτου ,αντίκρισε την απίστευτη καταστροφή στην περιοχή “πήγες Ποντκαμενναγια Τουνκουσκα”.
Μία περιοχή τεράστιας έκτασης ήταν κατεστραμμένη, γιγάντια δέντρα ξεριζωμένα και πεταμένα στο έδαφος ,όλα στην σειρά όλα στραμμένα βορειοδυτικά έως εκεί που έφτανε το μάτι , αλλά λόγο του βαρύ χειμώνα ο Κουλικ δεν προχώρησε στο κέντρο της καταστροφής . Στην αποστολή του 1928 ο Κουλικ μπόρεσε και έφτασε μέχρι το κέντρο την καταστροφής, ήταν σίγουρος ότι ήταν μετεωρίτης. Σε ένα κύκλο 70 μιλιών τα δέντρα ήταν κατεστραμμένα και καμένα χωρίς φύλλα ,το περίεργο ήταν ότι στο κέντρο της έκρηξης τα δέντρα ήταν όρθια ,σπασμένα από την μέση και πάνω ,γυμνά αλλά όρθια και δεν υπήρχε δείγμα κρατήρα, ούτε θραύσμα του μετεωρίτη .
Η πιθανότερη αιτία για την έκρηξη ήταν η εκρηκτική διάλυση στη γήινη ατμόσφαιρα ένος μεγάλου μετεωροειδούς, ή μικρού αστεροειδούς ή και θραύσματος κομήτη, η οποία πρέπει να έλαβε χώρα σε ύψος από 5 ως 10 χιλιόμετρα πάνω από την επιφάνεια της Γης. Υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις για τις διαστάσεις του ουράνιου αυτού σώματος, γενικά πάντως συμφωνούν ότι είχε διαστάσεις μερικών δεκάδων μέτρων.
Παρότι το μετέωρο ή ο κομήτης εξερράγη στον αέρα αντί να προσκρούσει στην επιφάνεια της Γης, η ενέργεια που απελευθερώθηκε ήταν τόσο μεγάλη (από 5 ως 30 μεγατόνοι TNT ή το χιλιαπλάσιο της ατομικής βόμβας της Χιροσίμα), ώστε θέρισε περίπου 80 εκατομμύρια δέντρα σε μια έκταση πάνω από 2,15 εκατομμύρια στρέμματα. Μια έκρηξη αυτού του μεγέθους θα μπορούσε να καταστρέψει μια μεγάλη πόλη. Η έκρηξη ήταν ισοδύναμη με πυρηνική βόμβα ισχύος 20 μεγατόνων και είχε ως αποτέλεσμα την ισοπέδωση μιας περιοχής περίπου 2.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Η Έκρηξη της Τουνγκούσκα θεωρείται η μεγαλύτερη χερσαία πτώση μετεώρου ή αστεροειδή στη Γη στην καταγεγραμμένη Ιστορία. Πτώσεις παρόμοιου μεγέθους σε απομακρυσμένες περιοχές των ωκεανών δεν θα είχαν γίνει αντιληπτές πριν τη γενικευμένη τηλεπισκόπηση του πλανήτη από τεχνητούς δορυφόρους, την δεκαετία του 1970.
Για τη μυστηριώδη έκρηξη στη απομακρυσμένη γωνιά της Σιβηρίας υπάρχουν και διάφορες άλλες εξηγήσεις. Κάποιοι υποστήριξαν τη πρόσκαιρη εμφάνιση αντι- ύλης στην περιοχή η οποία προκάλεσε τη τεράστια αυτή έκρηξη, αλλά η θεωρία είναι αβάσιμη καθώς δεν εξηγεί τη φωτεινή στήλη καπνού που είδαν οι ντόπιοι να πέφτει από τον ουρανό. Οι θιασώτες της θεωρίας UFO από την πλευρά τους υποστήριξαν ότι επρόκειτο για κάποια πτώση ενός ιπτάμενου διαστημοπλοίου, στηριζόμενοι στο ότι αν η έκρηξη οφειλόταν σε κάποιον αστεροειδή θα είχε αφήσει έναν αντίστοιχο κρατήρα στην περιοχή.
Το μυστήριο για την παγωμένη Τουγκούσκα παραμένει και ίσως το ερώτημα δεν είναι στο τι προκάλεσε αυτή τη τεράστια καταστροφή, αλλά το αν την επόμενη φορά ο πλανήτης και κατ επέκταση η ανθρωπότητα θα είναι τόσο τυχεροί, ώστε το αντικείμενο που κατέπεσε (ότι και αν ήταν αυτό) θα ξανά πέσει σε μία τόσο ερημική περιοχή….
Χιλή 1960- ο μεγαλύτερος σεισμός στην ιστορία του πλανήτη
Ο μεγάλος σεισμός της Χιλής (ισπανικά: Gran terremoto de Chile) συνέβη στις 22 Μαΐου του 1960 και είναι ο ισχυρότερος σεισμός που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα, με μέγεθος 9,5 στην κλίμακα μεγέθους ροπής. Ο σεισμός έγινε τις απογευματινές ώρες (19:11 GMT, 14:11 τοπική ώρα) και το τσουνάμι που προκάλεσε έγινε αισθητό στην νότια Χιλή, τη Χαβάη, την Ιαπωνία, τις Φιλιππίνες, την ανατολική Νέα Ζηλανδία, τη νοτιοανατολική Αυστραλία, καθώς και στα Αλεούτια νησιά της Αλάσκα.
Το επίκεντρο του σεισμού καταγράφηκε κοντά στην περιοχή Κανιέτε, 900 χιλιόμετρα νότια από το Σαντιάγο. Αν η μεγαλύτερη εγγύτερη πόλη ήταν το Τεμούκο, η πόλη με τις μεγαλύτερες καταστροφές ήταν η Βαλδίβια. Ο σεισμός προκάλεσε τοπικά τσουνάμι που επεκτάθηκαν κατά μήκος της χιλιανής ακτογραμμής με ύψος κυμάτων ως και 25 μέτρα. Το κύριο τσουνάμι ταξίδεψε στον Ειρηνικό ωκεανό και έπληξε το Χίλο στη Χαβάη, ενώ σε απόσταση 10.000 χλμ. από το επίκεντρο καταγράφηκαν κύματα με ύψος 10,7 μέτρα.
Ο συνολικός απολογισμός σε ανθρώπινες απώλειες και οικονομική καταστροφή δεν είναι ακριβής. Έχουν δημοσιευτεί διάφορες εκτιμήσεις για τον αριθμό των νεκρών από τον σεισμό και τα τσουνάμι ενώ το USGS αναφέρει μελέτες με αριθμούς νεκρών από 2.231, 3.000, ή 5.700 άτομα.[2] Ενώ μια άλλη πηγή αναφέρει εκτίμηση για 6.000 νεκρούς.
Ο σεισμός επηρέασε όλη τη Χιλή μεταξύ της Τάλκα και του νησιού Τσιλοέ, έκταση μεγαλύτερη από 400.000 τετρ.χλμ. Παράκτια χωριά, όπως το Τολτέν, εξαφανίστηκαν. Μετέπειτα μελέτες υποστήριξαν ότι ο σεισμός είχε στην πραγματικότητα 37 επίκεντρα κατά μήκος μίας γραμμής 1.350 χλμ. μήκους μεταξύ βορρά και νότου και διήρκησε από τις 22 Μαΐου ως και τις 6 Ιουνίου. Στην περιοχή Κοράλ, το βασικό λιμάνι της Βαλδίβια, η στάθμη των υδάτων ανέβηκε κατά 4 μέτρα πριν αρχίσει να κατέρχεται, ενώ στις 16:20 της ημέρας του σεισμού η ακτογραμμή μεταξύ της Κονσεπτιον και της Τσιλοέ χτυπήθηκε από ένα κύμα ύψους 8 μέτρων. Δέκα λεπτά αργότερα καταγράφηκε κύμα ύψους 10 μέτρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου